14/4/12

Η Ισπανοεβραϊκή γλώσσα


ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η Ισπανοεβραϊκή γλώσσα (djudeo-espanyol), γνωστή και ως Λαντίνο (εβρ. לאדינו), είναι ποικιλία της (καστιλιάνικης) Ισπανικής, που μιλιέται για πολλούς αιώνες από τους Σεφαραδίτες, τους Εβραίους που εκδιώχθηκαν από την Ισπανία το 1492. Όπως συνέβη και με τη γλώσσα Γίντις (Γερμανοεβραϊκή), η Ισπανοεβραϊκή έχει υποστεί την έντονη επίδραση της Εβραϊκής και γράφεται με χαρακτήρες του λατινικού αλφαβήτου στα περισσότερα μέρη, ενώ στο Ισραήλ προτιμάται το εβραϊκό αλφάβητο.

ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ

Οι περισσότεροι ομιλητές της γλώσσας προτιμούν την ονομασία Ισπανοεβραϊκή. Ο όρος Λαντίνο, που προέρχεται από το επίθετο latino «λατινικός», θα μπορούσε να προκαλέσει σύγχυση με την επίσης ρομανική Λαδινική γλώσσα, που μιλιέται στη Β. Ιταλία και φέρει το ιταλικό όνομα Ladino. Άλλα ονόματα με τα οποία ονομάζεται η γλώσσα είναι τα ακόλουθα: Σεφαραδίτικη, Γιουντέσμο (Dzhudezmo / Judezmo) και (στα Εβραϊκά) Spanyolit.
Θα μπορούσε, σε γενικές γραμμές, να λεχθεί ότι η ονομασία Λαντίνο προτιμάται από τους μη ειδήμονες, ενώ η ονομασία Ισπανοεβραϊκή χρησιμοποιείται στα γλωσσολογικά εγχειρίδια από τους ρομανιστές γλωσσολόγους. Οι γλωσσολόγοι του Ισραήλ έχουν ακολουθήσει την ονομασία Dzhudezmo. Εδώ ακολουθείται η επιστημονικά ορθή (από πλευράς ταξινόμησης) ονομασία Ισπανοεβραϊκή γλώσσα.
Η απόδοση της ονομασίας Λαντίνο στη γλώσσα αυτή δεν είναι απολύτως σαφής. Πριν την εκδίωξη των Εβραίων απ’ την Ισπανία, η λέξη σήμαινε απλώς «Ισπανικά» και δήλωνε ειδικότερα τη λογοτεχνική Ισπανική σε αντίθεση προς τις διαλέκτους, καθώς και την Ισπανική γλώσσα σε αντιδιαστολή προς την Αραβική. Μετά την εκδίωξή τους οι Εβραίοι της Ισπανίας χρησιμοποιούσαν τη λέξη όταν αναφέρονταν στην προφορική απόδοση της Βίβλου στην παλιά Ισπανική. Κατ’ επέκταση ως Λαντίνο έφτασε να δηλώνεται γενικότερα το ύφος της Ισπανικής, όχι μόνο στη Βιβλική μετάφραση, ακριβώς όπως οι Κούρδοι Εβραίοι γενίκευσαν την ονομασία Ταργκούμ ώστε να δηλώνει την Ιουδαίο-Αραμαϊκή γλώσσα. Για τον λόγο αυτόν, σχολαστικοί Εβραίοι λόγιοι, όπως ο Χαΐμ Βιδάλ Σεφιχά (Haim Vidal Sephiha), προτιμούν να κρατούν τον όρο Λαντίνο αποκλειστικά για την εξεβραϊσμένη μορφή της γλώσσας που χρησιμοποιήθηκε σε Βιβλικές μεταφράσεις, που βασίστηκαν στην παραδοσιακή προφορική απόδοση που αναφέρθηκε παραπάνω.

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ
Οι Εβραίοι εκδιώχθηκαν από την Ισπανία μετά την έκδοση του διατάγματος της Αλάμπρα στις 2 Αυγούστου 1492, που υποχρέωνε όσους δεν μεταστρέφονταν στον Χριστιανισμό να εγκαταλείψουν την ισπανική επικράτεια. Η περισσότεροι διάλεξαν το δρόμο της εξορίας και ίδρυσαν κοινότητες σε διάφορες περιοχές της Ευρώπης και της Μεσογείου. Σε αυτές συγκαταλέγονται η Ολλανδία, η Ιταλία, το Μαρόκο, η Τουρκία, η Θεσσαλονίκη και η Ρόδος, καθώς και άλλες ζώνες της Α. Μεσογείου και της Β. Αφρικής. Οι εξόριστοι Εβραίοι έγιναν ευνοϊκά δεκτοί στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και στη Βαλκανική της επικράτεια, πράγμα που συντέλεσε στο να σχηματίσουν πολλές κοινότητες σε αυτές τις περιοχές. Λόγω της προέλευσής τους, άρχισαν να αποκαλούνται Sefardim (εβρ. Sefarad «Ισπανία»), απ’ όπου προέκυψε η ονομασία Σεφαραδίτες, Σεφαρδίτες ή σπανιότερα Σεφάρδοι.

ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ

Η ομιλούμενη γλώσσα των Ισπανών Εβραίων πριν την εκδίωξή τους δεν διέφερε ουσιαστικά από την (καστιλιάνικη) Ισπανική γλώσσα, που μιλούσε η πλειοψηφία του πληθυσμού, αν και παρατηρούνται ορισμένες ιδιαιτερότητες, κυρίως στην περιστασιακή χρήση εβραϊκού λεξιλογίου.
Για αρκετές δεκαετίες μετά την αναχώρησή τους από την Ιβηρική χερσόνησο, οι εξόριστοι Εβραίοι διατηρούσαν επικοινωνία με τα πατρώα εδάφη μέσω εμπορικών συναλλαγών κι αυτό ανανέωνε την επαφή της Ισπανίας με τις σεφαραδίτικες κοινότητες.
Βαθμιαία η γλώσσα των εξόριστων αναπτύχθηκε ως αυτόνομο σύστημα. Φαίνεται ότι ήδη κατά την Αναγέννηση, η Ισπανοεβραϊκή γλώσσα είχε πάψει πια να είναι με ευχέρεια κατανοητή από τους Ισπανούς της χερσονήσου, επειδή είχε αποκτήσει αρχαϊκό χαρακτήρα στο λεξιλόγιο και στην προφορά (δεν είχε συμβαδίσει με την εξέλιξη της Ισπανικής) και περιείχε πολλές λέξεις δανεισμένες από άλλες γλώσσες. Στους τόπους εξορίας τους οι Εβραίοι διατηρούσαν την ισπανική γλώσσα, επειδή αποτελούσε σημείο αναγνώρισης του ότι ανήκαν στην εβραϊκή κοινότητα, ενώ στις περιοχές όπου συγκατοικούσαν με τους Ασκεναζίμ, η Ισπανοεβραϊκή ήταν διακριτό γνώρισμα μεταξύ των δύο κοινοτήτων. Στους αιώνες που ακολούθησαν, η γλώσσα αυτή υπήρξε το μέσον για σημαντική προφορική και γραπτή παράδοση (λογοτεχνίας και τραγουδιών).
Στη Θεσσαλονίκη, αρχικά οθωμανική και αργότερα ελληνική, το ειδικό βάρος της σεφαραδίτικης κοινότητας ήταν τέτοιο, που κατέστησε τη Λαντίνο lingua franca του εμπορίου μεταξύ όλων των κατοίκων της πόλεως, Εβραίων, Χριστιανών και Μουσουλμάνων.

19ος ΑΙΩΝΑΣ

Ο 19ος αιώνας υπήρξε περίοδος αλλαγής. Οι σεφαραδίτικες κοινότητες έγιναν κοσμικές, οι μετακινήσεις αυξήθηκαν και η ακαδημαϊκή εκπαίδευση προσφερόταν σε άλλες γλώσσες, κυρίως στη Γαλλική.
Η ανάδυση του εθνικισμού και ο επακόλουθος σχηματισμός νέων εθνικών κρατών άσκησαν πίεση στους Σεφαραδίτες να εγκαταλείψουν τη δική τους γλώσσα για την επίσημη γλώσσα του κράτους στο οποίο ζούσαν. Παραδόξως, οι δεκαετίες μεταξύ 1880 και 1930 υπήρξαν τα χρόνια όπου παρατηρήθηκε η μεγαλύτερη άνθηση της Ισπανοεβραϊκής, και πρόκειται για την περίοδο της μεγαλύτερης δημογραφικής αύξησης των Σεφαραδιτών. Η αύξηση αυτή αντανακλάται και στη γραπτή παραγωγή και περιλαμβάνει τόσο έντυπα στη Λαντίνο όσο και μεταφράσεις έργων της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας στη γλώσσα αυτή.
Ορισμένοι προτιμούν να αποκαλούν τη Λαντίνο του 19ου αιώνα Νεοϊσπανοεβραϊκή (Neojudeoespañol), σε αντιδιαστολή προς την κλασική Ισπανοεβραϊκή (Castizo), εξαιτίας των άφθονων λέξεων που έχει δανειστεί από τη Γαλλική γλώσσα, που συχνά είχαν σκοπό να αντικαταστήσουν λέξεις τουρκικής προέλευσης και να προσδώσουν στη γλώσσα χαρακτήρα πιο «ρομαντικό».
Προς το τέλος του 19ου αιώνα πυκνώνουν ξανά οι επαφές με την (καστιλιάνικη) Ισπανική γλώσσα, κυρίως στο Μαρόκο, όπου η γλώσσα των Σεφαραδιτών είχε βρει δίαυλο επικοινωνίας με τη σύγχρονη Ισπανική. Μερικές σεφαραδίτικες κοινότητες προσδοκούσαν ότι η Ισπανία θα υιοθετούσε πολιτική επανεξισπανισμού (reespañolización) των παλαιών Εβραίων εξόριστων, ανοίγοντας σχολεία και ανώτερα εκπαιδευτήρια, που θα αντέστρεφαν τη γαλλική επιρροή. Περίμεναν ακόμη ότι οι Σεφαραδίτες θα μπορούσαν ίσως να αποκτήσουν ξανά την ισπανική τους ιθαγένεια, για ν’ αποφύγουν τους πολέμους και την αστάθεια που επικρατούσε τότε στα Βαλκάνια, μετά τη συνεχιζόμενη κατάτμηση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Παρ’ όλα αυτά, οι προσδοκίες τους βρήκαν μικρή ανταπόκριση στην ισπανική ηγεσία, λόγω αδράνειας ή απραξίας, αλλά και επειδή η αντισημιτική προκατάληψη παρέμενε ζωντανή στην πολιτική τάξη της χώρας, παρά τους αιώνες που είχαν μεσολαβήσει.

20ός ΑΙΩΝΑΣ

Κατά τον 20ό αιώνα η Ισπανοεβραϊκή γλώσσα παρήκμασε με ταχύ ρυθμό. Ισχυρός λόγος υπήρξε ασφαλώς το γεγονός ότι το ναζιστικό Ολοκαύτωμα αφάνισε σχεδόν ολόκληρες κοινότητες, όπως την πολυάριθμη σεφαραδίτικη κοινότητα της Θεσσαλονίκης και άλλες μικρότερες στα Βαλκάνια, στην Ολλανδία και στη Β. Μεσόγειο. Η συστηματική εξόντωση του εβραϊκού πληθυσμού στα Ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης αποτέλεσε το σφοδρότερο πλήγμα που υπέστησαν οι σεφαραδίτικες κοινότητες, μετά την εκτόπισή τους από την Ισπανία το 1492. Δεύτερη αξιοσημείωτη αιτία παρακμής της γλώσσας ήταν οι μεταναστεύσεις που προκλήθηκαν από τον πόλεμο και αργότερα από την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ, που αποσυνέθεσαν τις κοινότητες. Μέσα σε λίγα χρόνια η Ισπανοεβραϊκή έχασε περίπου το 90% των ομιλητών της. Η πορεία που οδήγησε εκεί είναι προφανής: Η Ισπανοεβραϊκή έπαψε πια να αποτελεί σημείο εντοπιότητας και αναγνώρισης και επιπλέον έχασε εκείνους που μπορούσαν να διευρύνουν και να συστηματοποιήσουν τη χρήση της: τους συγγραφείς και τους λογοτέχνες.
Η διατήρηση της Ισπανοεβραϊκής, σαν στοιχείο της εβραϊκής ταυτότητας, δεν ήταν πια αισθητή ή αναγκαία στο Ισραήλ, επειδή η Εβραϊκή, που εθεωρείτο πλέον πιο κατάλληλη για τους πολίτες, είχε αναβιώσει με επιτυχία. Στη χώρα μετακινήθηκε επίσης η πλειοψηφία των Σεφαραδιτών από το Μαρόκο, που μετανάστευσε μαζικά εκεί στη δεκαετία του 1950. Όσοι μετανάστευαν σε ισπανόφωνες χώρες γρήγορα εγκατέλειπαν τη γλώσσα τους για την Ισπανική, οι δε κοινότητες στη Γαλλία ή στις ΗΠΑ τη διατήρησαν για μικρό χρονικό διάστημα, περιορισμένη σε οικιακή χρήση ή σε συζητήσεις μεταξύ φίλων.

ΠΟΙΚΙΛΙΕΣ

Την εποχή της εκδίωξης από την Ισπανία, η καθημερινή γλώσσα των Ισπανών Εβραίων λίγο διέφερε από τη γλώσσα των υπόλοιπων Ισπανών. Υπήρχε, όμως, μια ποικιλία στο ύφος που χρησιμοποιείτο για μελέτη ή μετάφραση, μια αρχαϊκή διάλεκτος της Ισπανικής που ενσωμάτωνε μεγάλο αριθμό λέξεων δανεισμένων από την Εβραϊκή και την Αραμαϊκή και έτεινε να αποδίδει κατά λέξη τη σειρά των όρων της Εβραϊκής (λ.χ. η εβραϊκή φράση ha-laylāh ha-zeh «απόψε - αυτή η νύχτα» αποδίδεται la noche la esta, αντί του κανονικού ισπανικού esta noche). Όπως είπαμε και πριν, ορισμένες αυθεντίες τείνουν να περιορίζουν τον όρο Λαντίνο στη δήλωση αυτής ακριβώς της ποικιλίας.
Μετά την εκδίωξη, η καθημερινή γλώσσα υφίστατο την αυξανόμενη επίδραση τόσο της λογοτεχνικής γλώσσας, όσο και των τοπικών μη εβραϊκών κοινολέκτων, όπως η Ελληνική και η Τουρκική, και έφθασε να αποκαλείται Γιουντέσμο (Dzhudezmo / Judesmo). Σ’ αυτό, η ανάπτυξή της ήταν παράλληλη με τη Γερμανοεβραϊκή (Γίντις) γλώσσα των Ασκεναζίμ. Όμως, αρκετοί ομιλητές, και κυρίως τα ηγετικά μέλη της κοινότητας, χειρίζονταν και μια πιο επίσημη μορφή, που ήταν πιο κοντά στην Ισπανική, γνωστή ως Καστιλιάνικη (Castellano). H ισπανοεβραϊκή διάλεκτος, που μιλιόταν στο Β. Μαρόκο, ήταν γνωστή με το όνομα Haquitía (αραβικά haka «λέγω»).

ΟΡΘΟΓΡΑΦΙΑ

Στη σύγχρονη εποχή, η Ισπανοεβραϊκή γλώσσα γράφεται συχνά με το λατινικό αλφάβητο, κυρίως στην Τουρκία. Όμως, εξακολουθεί να τη συναντάμε γραμμένη και στο εβραϊκό αλφάβητο (κυρίως με τους χαρακτήρες Ρασί), ακολουθώντας την πρακτική που επικρατούσε σχεδόν πλήρως μέχρι τον 19ο αιώνα (με την ονομασία aljamiado). Αν και στο παρελθόν χρησιμοποιήθηκαν τόσο το ελληνικό όσο και το κυριλλικό αλφάβητο, αυτό πια είναι σπάνιο.
Μετά τον αποδεκατισμό των σεφαραδίτικων κοινοτήτων κατά το Ολοκαύτωμα σε μεγάλο μέρος της Ευρώπης (κυρίως στις Κάτω Χώρες και στα Βαλκάνια), η πλειοψηφία των εναπομεινάντων Σεφαραδιτών ομιλητών ήταν Τούρκοι Εβραίοι. Σαν συνέπεια, πολλά ισπανοεβραϊκά κείμενα χρησιμοποιούν την τουρκική διασκευή τού λατινικού αλφαβήτου. Παρ’ όλα αυτά, η ισραηλινή οργάνωση Autoridad Nasionala del Ladino, που ασχολείται με την προώθηση και τυποποίηση της Ισπανοεβραϊκής, ακολουθεί διαφορετική ορθογραφία. Η ορθογραφία αυτή είναι φωνητική και εμφανίζεται κυρίως στο περιοδικό Aki Yerushalayim, καθώς και στα συνέδρια της οργάνωσης αυτής, όπου παρουσιάζουν τα έργα τους διάφοροι σύγχρονοι συγγραφείς στην Ισπανοεβραϊκή γλώσσα. Η φωνητική ορθογραφία της Autoridad Nasionala del Ladino χρησιμοποιείται επίσης στο Ελληνο-λαντίνο λεξικό και στα έργα της ελληνίδας συγγραφέως Ρίτας Γκαμπάι. Επίσης, υπάρχουν Εβραίοι λόγιοι (όπως ο Γιακόμπ Χασάν) που ισχυρίζονται ότι η Ισπανοεβραϊκή πρέπει να υιοθετήσει την ορθογραφία της (καστιλιάνικης) Ισπανικής.

ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΔΟΜΗ

Επειδή η γλωσσική δομή της Ισπανοεβραϊκής βρίσκεται πολύ κοντά στην καστιλιάνικη Ισπανική γλώσσα, εδώ εστιάζουμε την προσοχή κυρίως στους τομείς όπου παρατηρούνται αξιοσημείωτες διαφορές.

ΦΩΝΟΛΟΓΙΑ

Η γραμματική της Ισπανοεβραϊκής, καθώς και το βασικό της λεξιλόγιο (περίπου το 60% του συνόλου), είναι κατά βάση καστιλιάνικη. Παρ’ όλα αυτά, η φωνολογία των συμφώνων και μέρος του λεξιλογίου είναι από ορισμένες απόψεις πλησιέστερα στη Γαλικιανή και την Πορτογαλική γλώσσα, παρά στη σύγχρονη Ισπανική, διότι οι γλώσσες αυτές διατήρησαν χαρακτηριστικά της μεσαιωνικής Ιβηρο-Ρομανικής, που η καστιλιάνικη Ισπανική αργότερα έχασε. Σαν αποτέλεσμα, η Ισπανοεβραϊκή διατηρεί αρκετούς κοινούς αρχαϊσμούς με τις παραπάνω γλώσσες.
Παραδείγματα: ισπανοεβραϊκό aninda «ακόμη» (σύγκρινε πορτογαλικό ainda, γαλικιανό aínda, αλλά ισπανικό aún), ισπανοεβραϊκό fija «κόρη» και favla «λόγος, ομιλία» (σύγκρινε αραγωνικό filla, fabla, αλλά ισπανικό hija, habla).
Ακόμη η ισπανοεβραϊκή προφορά του s σαν πρόσθιου γλωσσοφατνιακού [ʃ] (σαν το αγγλικό sh) πριν από [k] ή στο τέλος ορισμένων λέξεων (π.χ. seis «έξι», που προφέρεται [seʃ]) συμπίπτει με ανάλογη εξέλιξη στην Πορτογαλική και όχι στην Ισπανική.
Ορισμένοι χαρακτηριστικοί αρχαϊσμοί της Ισπανοεβραϊκής είναι οι παρακάτω:
Το ισπανικό z (c πριν από e ή i), που προφέρεται [θ] στην Ισπανία, αντιστοιχεί σε δύο διαφορετικά φωνήματα της Παλαιάς Καστιλιανικής: ç (c πριν από e ή i), που προφερόταν [ts], και z (σε όλες τις θέσεις της λέξης), που προφερόταν [dz]. H διάκριση αυτή έχει διατηρηθεί στην Ισπανοεβραϊκή, όπου τα δύο φωνήματα προφέρονται [s] και [z] αντίστοιχα: korason/coraçon «καρδιά» (ισπανικό corazón) αλλά dezir «λέγω» (ισπανικό decir). Ας σημειωθεί ότι η υποδιαστολή στον χαρακτήρα ç επινοήθηκε στην Ισπανική, για να αντιπροσωπευθεί το πρώτο από τα δύο φωνήματα, αλλά δεν χρησιμοποιείται πια στα σύγχρονα Ισπανικά.
Ο φθόγγος j της Ισπανικής, που προφέρεται [x], αντιστοιχεί σε δύο διαφορετικά φωνήματα της Παλαιάς Καστιλιανικής: x, που προφέρεται [ʃ] (αγγλικό sh), και j, που προφέρεται [ʒ] (όπως στο γαλλικό επίθημα -age, π.χ. garage). Και πάλι η Ισπανοεβραϊκή διατήρησε τη διάκριση: basho/baxo, «χαμηλά» ή «κάτω» (αλλά ισπανικό bajo και mujer «γυναίκα, σύζυγος»).
Στα σύγχρονα Ισπανικά, η χρήση των γραμμάτων b και v είναι βασικά ετυμολογική. Καθορίζεται κυρίως από τον τύπο των λέξεων σε προηγούμενες φάσεις της γλώσσας με αφετηρία τη Λατινική, ενώ στην πραγματικότητα και τα δύο γράμματα αντιπροσωπεύουν το ίδιο διχειλικό φώνημα, που πραγματώνεται είτε ως [b] είτε ως [β], ανάλογα με τη θέση του στη λέξη. Όμως στην Παλαιά Καστιλιανική και στην Ισπανοεβραϊκή, η επιλογή είναι φωνητική και όχι ορθογραφική: bivir «ζω» (ισπανικό vivir). Στην Ισπανοεβραϊκή το v είναι χειλοδοντικός και όχι διχειλικός φθόγγος.

 

ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ

Η Ισπανοεβραϊκή διακρίνεται από τις υπόλοιπες διαλέκτους της Ισπανικής ως προς τα εξής χαρακτηριστικά:
Αναφορικά με τις αντωνυμίες, η Ισπανοεβραϊκή διαθέτει τρεις απευθυντικούς τύπους: (β’ ενικό πρόσωπο, ανεπίσημο), vos (β’ ενικό πρόσωπο, τύπος ευγενείας), vosotros (β’ πληθυντικό πρόσωπο). Ας σημειωθεί ότι οι σύγχρονοι τύποι ευγενείας της Ισπανικής, usted (ενικός) και ustedes (πληθυντικός), δεν υπάρχουν.
Το ρηματικό επίθημα του β’ πληθυντικού προσώπου είναι -aís [aʃ].
Στα ρήματα, ο αόριστος (συνοπτικός παρωχημένος) δηλώνει ότι μια πράξη που συνέβη μία φορά στο παρελθόν είχε ήδη ολοκληρωθεί σε κάποιο παρελθοντικό χρονικό σημείο. Αντιδιαστέλλεται προς τον παρατατικό (μη συνοπτικό παρωχημένο), που αναφέρεται σε οποιαδήποτε συνεχιζόμενη, ανολοκλήρωτη ή επαναλαμβανόμενη πράξη του παρελθόντος. Ενώ διάφορες γλώσσες (π.χ. η Αγγλική και η προφορική Γαλλική) έχουν συγχωνεύσει αυτές τις λειτουργίες, με αποτέλεσμα να μη διακρίνονται μορφολογικά, η Ισπανοεβραϊκή διατηρεί τη λειτουργική διάκριση (π.χ. comí «έφαγα», koría «έτρεχα»).

Το κλιτικό σύστημα των ρημάτων περιλαμβάνει τρεις συζυγίες. Ο ενεστώτας κλίνεται ως εξής:

-ar (avlar «μιλώ»)
-er (komer «τρώω») και -ir (bivir «ζω»)
Yo
-o (avlo)
-o (komo) (bivo)
Tu
-as (avlas)
-es (komes) (bives)
el, eya
-a (avla)
-e (kome) (bive)
mozotros
-amos (avlamos)
-emos (komemos), -imos (bivimos)
vozotros
-ásh (avlásh)
-ésh (komésh),-ísh (bivísh)
eyos, eyas
-an (avlan)
-en (komen) (biven)

Ο αόριστος των ομαλών ρημάτων κλίνεται ως εξής:

-ar (avlar)
-er (komer) και -ir (bivir)
yo
-í (avlí)
-í (komí) (biví)
tu
-ates (avlates)
-ites (komites) (bivites)
el, eya
-ó (avló)
-yó (komyó) (bivyó)
mozotros
-imos (avlimos)
-imos (komimos) (bivimos)
vozotros
-atesh (avlatesh)
-itesh (komitesh) (bivitesh)
eyos, eyas
-aron (avlaron)
-yeron (komyeron) (bivyeron)

Δείγμα της γλώσσας
Ακολουθεί το πρώτο κεφάλαιο από το Βιβλικό κείμενο «Άσμα Ασμάτων» του Σολομώντος, όπως μεταφράστηκε στην ισπανοεβραϊκή γλώσσα (Cantar de los cantares).
1. Cantar de los cantares que es a Xelomó.
2. Besássesme de besos de su boca, que mijoris tus querencias más que vino.
3. A güesmo de tus azeites buenos, azeite fue vaciado tu fama, por tanto mancevas te amaron.
4. Sontráeme detrás de ti. Coreremos.Trúxome el rey a sus cámaras. Agozar mos hemos con ti; Enmenteremos tus querencias más que vino, derechedades te amaron.
5. Negra yo y donosa, güenyas de Yerusaláin, como tiendas de Kedar, como telas de xelomó.
6. Non escarnexcades en mí, que yo denegrida, que me desfetijó el sol. Hijos de mi madre enrecieron en mí; pusiéronme gudradera alas vinyas, la vinya que a mí, non guadri.
7. Denuncia a mi el que amó mí alma. ¿Cómo pacerás, como yaceras en las siestas? ¿Porque sere como enbuelta sovre rebanyos de tus conpanyeros?
8. ¿Si no sabes a ti la hermosa en las mujeres? Sal a ti en carcanyales de la oveja y ve a tus cabritos sovre moradas de los pastores.
9. A mi cavallaría en cuatregas de Paró te assemejí, mi companyera.
10. Se hermosearon tus quexadas con las axorcas, tu cerviç con las xarpas.
11. Axorcas de oro haremos a ti, con pinturias de la plata.
12. Hasta que el rey en su rescovda, mi almiçcle dio su güesmo.
13. Atadero del almiçcle, mi querido a mí entre mis pechos yacerá.
14. Racimo del alcanfor mi querido a mí, entre las vinyas de Enguedi.
15. Ec tú hermosa, mi companyera. Ec tú hermosa, tus ojos como de palombino.
16. Ec tú hermoso mi querido, también savroso, también nuestro lecho revedrido.
17. Vergas de muestra casa, alarzes. Muestros corredores broxes.

 

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

Βλ. Haim Vidal Sephiha, «El Ladino. Lengua litúrgica de los judíos españoles», Historia 16, 1978.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1) Bunis, David M., 1999: Judezmo: Αn introduction to the language of the Sephardic Jews of the Ottoman Empire, Jerusalem.
2) Lleal, Coloma, 1992: A propósito de una denominación: El judeoespañol. Alicante: Centro Virtual Cervantes.
3) Markus, Shimon, 1965: Ha-safa ha-sefaradit-yehudit [Η ισπανοεβραϊκή γλώσσα], Jerusalem.
4) Nehama, Joseph, 1977: Dictionnaire du judéo-espagnol, Madrid.
5) Socolovsky, Jerome: «Lost Language of Ladino Revived in Spain», Morning Edition, National Public Radio, March 19, 2007.