14/1/12

Ισραήλ

Το Κράτος του Ισραήλ (εβραϊκά: מדינת ישראל Μεντινάτ Γισραέλ) είναι ένα μικρό, ανεπτυγμένο, κράτος της Μέσης Ανατολής, με έκταση 20.770 τετρ. χλμ. και πληθυσμό 7.587.000 κατοίκους περίπου. Ιδρύθηκε μόλις το 1948 με σκοπό να μετατραπεί σε εθνική εστία όσων Εβραίων επιθυμούν να πολιτογραφηθούν πολίτες του απ’ όπου και αν προέρχονται. Παρ’ όλα αυτά το σύγχρονο κράτος του Ισραήλ διεκδικεί ιστορική συνέχεια με τα αρχαία βιβλικά κράτη του Ισραήλ και της Ιουδαίας, το έπος των οποίων έχει κεντρική θέση στην ιουδαϊκή θρησκεία και μνήμη. Η πλειονότητα των κατοίκων του κράτους είναι Εβραίοι, ενώ η μεγαλύτερη μειονότητα είναι Άραβες (20%).
Οι Εβραίοι ζουν εδώ και χιλιάδες χρόνια στην περιοχή του σύγχρονου Ισραήλ και στην αρχαιότητα ήταν πλειονότητα μέχρις ότου εκδιώχθηκαν από τους Ρωμαίους και κατοίκησαν σε διάφορα μέρη του κόσμου. Οι Ρωμαίοι μετονόμασαν τη χώρα από Ιουδαία σε Παλαιστίνη κατά την «Παλαιστίνη Συρία» του Ηροδότου. Η περιοχή κατακτήθηκε μεταγενέστερα από Βυζαντινούς (330-640), κατόπιν Άραβες (7ο αιώνα μ.Χ.), Σελτζούκους Τούρκους (1071), Σταυροφόρους Ευρωπαίους (1099 – 1187), Μαμελούκους Αιγύπτιους (1250 - 1516), Οθωμανούς (1516-1831), Αιγύπτιους (1831-1841) και πάλι Οθωμανούς Τούρκους (1841-1917), ενώ διετέλεσε βρετανικό προτεκτοράτο μεταξύ 1920-1948.
Ο πρώτος μαζικός επαναπατρισμός Εβραίων συνέβη κατά τον 14ο αιώνα κυρίως από την Ισπανία προς την Ιερουσαλήμ. Από τον 19ο αιώνα το σιωνιστικό κίνημα (που ιδρύθηκε το 1897 με σκοπό την ίδρυση του Ισραήλ) ανέλαβε την παράνομη μετανάστευση εκατοντάδων χιλιάδων Εβραίων στην Παλαιστίνη, την οποία προσπάθησαν αρχικά να σταματήσουν οι Βρετανοί οι οποίοι είχαν μετατρέψει την περιοχή σε προτεκτοράτο. Το 1917 όμως η Βρετανία άλλαξε στάση και ο υπουργός εξωτερικών Άρθουρ Τζέιμς Μπάλφουρ δήλωσε πως υποστηρίζει τη μελλοντική ίδρυση Εβραϊκού κράτους στην Παλαιστίνη «στο βαθμό που δεν επηρεάζονται οι Άραβες κάτοικοι». Η εβραϊκή μετανάστευση συνεχίστηκε και αυξήθηκε σημαντικά στα επόμενα χρόνια και πολλές καθαρά εβραϊκές νέες πόλεις και ιδρύματα χτίστηκαν.
Την περίοδο 1936 -1939 οι Άραβες ξεσηκώθηκαν ένοπλα εναντίον των Βρετανών και σε μικρότερο βαθμό πραγματοποίησαν επιθέσεις σε εβραϊκούς οικισμούς. Με την έναρξη του Β' Παγκόσμιου Πολέμου και σε όλη τη διάρκεια του Ολοκαυτώματος οι Βρετανοί απαγόρευσαν την είσοδο Εβραίων στη χώρα. Μετά τη λήξη του Β' Παγκόσμιου Πολέμου μια εβραϊκή μυστική στρατιωτική οργάνωση, η Χαγκανά (Άμυνα), που σχηματίστηκε στα χρόνια μετά το Ολοκαύτωμα, άρχισε να μάχεται τους Βρετανούς και τους Άραβες, επιχειρήσεις που η ισραηλινή ιστορία καταγράφει ως την αρχή του ισραηλινού «πολέμου της ανεξαρτησίας». Το 1947, ο ΟΗΕ ανέλαβε τον έλεγχο της Παλαιστίνης και στις 29 Νοεμβρίου η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ υιοθέτησε την απόφαση Αρ. 181 για τη διαίρεση της Παλαιστίνης σ’ ένα ισραηλινό κι ένα αραβικό κράτος και τη μετατροπή της Ιερουσαλήμ σε διεθνή πόλη εκτός συνόρων. Σύμφωνα με την απόφαση αυτή, η παλιά πόλη της Ιερουσαλήμ, καθώς και η δυτική όχθη του Ιορδάνη, τέθηκε υπό τον έλεγχο της Ιορδανίας, ενώ η νέα πόλη ελεγχόταν από τους Ισραηλινούς. Οι Άραβες άρχισαν βίαιες διαμαρτυρίες κατά των Εβραίων, τη στιγμή που στην περιοχή κατοικούσαν 590.000 Εβραίοι και 1.320.000 Άραβες.
Στις 14 Μαΐου 1948, μία ημέρα πριν λήξει η βρετανική Εντολή στην περιοχή, το ανώτατο εβραϊκό συμβούλιο ανακήρυξε την ανεξαρτησία του Ισραήλ και όρκισε πρόεδρο τον Χάιμ Βάιζμαν και πρωθυπουργό τον Δαβίδ Μπεν Γκουριόν. Παράλληλα, η Χαγκανά παρουσιάζεται πλέον ως ο τακτικός στρατός του κράτους του νεοσύστατου Ισραήλ που έκτοτε ονομάζεται Αμυντική Ισραηλινή Δύναμη (Israel Defense Force/IDF, εβραϊκά: Τσβά Χαγκανά Λε-Γισραέλ) γνωστότερος στους Ισραηλινούς, από τα αρχικά, του ως «Τσαχάλ». Την επόμενη ημέρα ξέσπασε ο Αραβοϊσραηλινός πόλεμος του 1948, όταν πέντε αραβικές χώρες (Αίγυπτος, Ιορδανία, Συρία, Λίβανος και Ιράκ) εισέβαλαν στρατιωτικά, με τη βοήθεια κι άλλων στρατευμάτων από την Υεμένη και τη Σαουδική Αραβία. Η Αίγυπτος και η Ιορδανία προσάρτησαν τότε το Σινά και τη Γάζα η πρώτη και τη Δυτική Όχθη η δεύτερη. Μετά από ένα χρόνο εχθροπραξιών υπογράφηκε ανακωχή.
Από τότε ακολούθησαν πολλές ακόμα συγκρούσεις που συνεχίζονται μέχρι και τις μέρες μας. Κύριες στιγμές της Αραβοϊσραηλινής σύγκρουσης ήταν ο πόλεμος των Έξι Ημερών του 1967, όταν το Ισραήλ όχι μόνον απώθησε τις από κοινού επιτιθέμενες δυνάμεις της Αιγύπτου, της Ιορδανίας και της Συρίας αλλά προέλασε στο έδαφος τους καταλαμβάνοντας τη χερσόνησο του Σινά, τη Λωρίδα της Γάζας, τη Δυτική Όχθη και τα Υψώματα του Γκολάν, και ο πόλεμος του Γιομ Κιππούρ του 1973, όταν και πάλι οι Αιγύπτιο-Συριακές δυνάμεις επιτέθηκαν αιφνιδιαστικά την ημέρα της ιερότερης θρησκευτικής γιορτής των Εβραίων, αυτή τη φορά με επιτυχία (το Ισραήλ σώθηκε με αμερικανική παρέμβαση). Ταυτόχρονα, από τα τέλη της δεκαετίας του 1960 έως τις μέρες μας, ένας μυστικός τρομοκρατικός πόλεμος με εκατέρωθεν δολοφονίες τόσο στο Ισραήλ και τη Δυτική Όχθη όσο και σε τρίτες χώρες εξελίσσεται ανάμεσα σε διάφορες αραβικές οργανώσεις και την ισραηλινή μυστική υπηρεσία Μοσάντ. Για παράδειγμα η δολοφονία 11 Ισραηλινών αθλητών στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μονάχου το 1972 και, πρόσφατα, η δολοφονία Παλαιστινίου προμηθευτή όπλων της Χαμάς στο Ντουμπάι.
Από τις 19 Νοεμβρίου του 1977, ο πρωθυπουργός της Αιγύπτου Ανουάρ αλ-Σαντάτ, ξεκινά ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις μαζί με το Ισραήλ στην Ιερουσαλήμ, με αποτέλεσμα στις 26 Μαρτίου του 1979, να υπογραφεί στο Καμπ Ντέιβιντ συμφωνία σύμφωνα με την οποία η Αίγυπτος αναγνώρισε το κράτος του Ισραήλ ενώ το Ισραήλ αποσύρθηκε από το Σινά. Η ισραηλινή πλευρά υποσχέθηκε επιπλέον να αρχίσει συνομιλίες με τους Παλαιστίνιους.
Στη συνέχεια ακολούθησε ο πόλεμος του Λιβάνου το 1982, αμέσως μετά την επιχείρηση δολοφονίας του Ισραηλινού πρέσβη στο Λονδίνο (η οποία τελικά οδήγησε στην οριστική παράλυση του) από μέλη μίας παλαιστινιακής οργάνωσης με έδρα τον Λίβανο, αντιτιθέμενη στην PLO. Ο ισραηλινός στρατός εισέβαλε στη συνέχεια στον (τότε χαώδη λόγω του συνεχιζόμενου εμφυλίου) Λίβανο με τη συνδρομή Λιβανέζων Χριστιανών. Μετά από μάχες με ένοπλους Λιβανέζους και Παλαιστίνιους, οι Ισραηλινοί κατέλαβαν μεγάλο μέρος της χώρας και τελικά περικύκλωσαν και στο τέλος έδιωξαν τους Παλαιστίνιους ενόπλους από τη Δυτική Βυρηττό. Με την ανοχή του ισραηλινού στρατού, Χριστιανοί Λιβανέζοι ένοπλοι σκότωσαν Παλαιστίνιους μουσουλμάνους στα στρατόπεδο προσφύγων Σάμπρα και Σατίλα. Στη συνέχεια ο ισραηλινός στρατός αυτοπεριορίστηκε στην κατοχή του Νοτίου Λίβανου μέχρι το 2000, οπότε και αποχώρησαν και οι τελευταίες δυνάμεις.
Η Ιντιφάντα, η συνεχιζόμενη ένοπλη εξέγερση Παλαιστινίων στα εδάφη της Δυτικής Όχθης, ξεκίνησε το 1987 και συνεχίζεται σε μικρότερη κλίμακα έως τις μέρες μας.
Μετά την Αίγυπτο, το 1994 η Ιορδανία έγινε η δεύτερη αραβική χώρα που αναγνώρισε το Ισραήλ. Οι διαφορές Αράβων και Ισραηλινών φάνηκαν να διευθετούνται προσωρινά με τις Συνθήκες του Όσλο του 1994, που προέβλεπαν τη δημιουργία της Παλαιστινιακής Αρχής, ξεχωριστού κράτους των Παλαιστινίων, χωρίς ωστόσο οι συγκρούσεις να σταματήσουν. Το 1994 ο πρωθυπουργός Ισαάκ Ραμπίν (Γιτσχάκ Ραμπίν) έλαβε από κοινού με τον Γιάσερ Αραφάτ το Βραβείο Νόμπελ Ειρήνης για τη συμφωνία και λίγο αργότερα ο Ραμπίν δολοφονήθηκε από τον ακροδεξιό Ισραηλινό εξτρεμιστή Yigal Amir.
Το Ισραήλ αποχώρησε μονομερώς από τη Γάζα τον Αύγουστο του 2005, επί πρωθυπουργίας του Αριέλ Σαρόν, μετά από βίαιη απομάκρυνση Εβραίων εποίκων από τον Ισραηλινό στρατό.
Τον Ιούνιο του 2006, ένοπλοι της Σιιτικής οργάνωσης του Λιβάνου Χεζμπολά πρώτα σκότωσαν 5 και απήγαγαν 2 Ισραηλινούς στρατιώτες στα ισραηλινό-λιβανέζικα σύνορα και στη συνέχεια εξαπέλυσαν καταιγισμό οβίδων αλλά και πυραύλων ιρανικής προέλευσης που έπληξαν μεγάλες ισραηλινές πόλεις στο βορρά, όπως η Χάιφα, σκοτώνοντας 43 Ισραηλινούς πολίτες, προξενώντας υλικές ζημιές και μεγάλο πανικό στον άμαχο πληθυσμό. Περίπου 200.000-500.000 Ισραηλινοί χρειάστηκε να εγκαταλείψουν προσωρινά τα σπίτια τους. Το Ισραήλ απάντησε με ένα σκληρό βομβαρδισμό εκτεταμένων στρατιωτικών αλλά και πολιτικών στόχων στο Λίβανο από ξηρά, αέρα και θάλασσα, που προξένησε απώλειες αμάχων και τεράστιες υλικές ζημιές. Τον ίδιο μήνα, Ιούνιο 2006, ένας άλλος Ισραηλινός στρατιώτης, ο Γκιλάντ Σαλίτ, απήχθη στα σύνορα με τη Γάζα. Ο ομηρία του έληξε το 2011.
Στις 25 Ιανουαρίου του 2006, η Χαμάς κέρδισε τις παλαιστινιακές εκλογές αλλά το δικαίωμά της να κυβερνήσει υπονομεύθηκε εξαρχής από τους αντιπάλους της στη Φατάχ, το Ισραήλ, και τη Δύση. Το Δεκέμβριο ξέσπασε παλαιστινιακός εμφύλιος πόλεμος. Έκτοτε οι Παλαιστίνιοι της Δυτικής Όχθης ακολουθούν την Παλαιστινιακή Αρχή, αναγνωρισμένη από τη διεθνή κοινότητα και το Ισραήλ, αλλά αυτοί της Γάζας διοικούνται από την οργάνωση Χαμάς, που έχει ως στόχο της την καταστροφή του Ισραήλ και την ανακήρυξη Ισλαμικού Παλαιστινιακού κράτους.
Στις 19 Δεκεμβρίου του 2008, η Χαμάς ανακοίνωσε μονομερώς τον τερματισμό της εκεχειρίας που είχε κηρυχθεί με το Ισραήλ και ταυτόχρονα δεκάδες αυτοσχέδιες οβίδες από τη Γάζα άρχισαν να πέφτουν καθημερινά μέσα και γύρω από την γειτονική ισραηλινή πόλη Σντερότ στέλνοντας τον πανικόβλητο κόσμο στα καταφύγια, προξενώντας ένα θάνατο και λίγες υλικές ζημιές. Μια εβδομάδα σχεδόν μετά τη λήξη της εξάμηνης εκεχειρίας, η ισραηλινή αεροπορία εξαπέλυσε 30 πυραύλους εναντίον στόχων στη Λωρίδα της Γάζας. Οι νεκροί ξεπέρασαν τους 1.400, ενώ τουλάχιστον 5.100 άνθρωποι τραυματίστηκαν. Μεταξύ των νεκρών ήταν και ο επικεφαλής της Αστυνομίας στην πόλη, μέλος της Χαμάς και πολλοί άμαχοι πολίτες και παιδιά.

Κοινωνικές τάσεις
Σε γενικές γραμμές η εβραϊκή πλειονότητα της σύγχρονης ισραηλινής κοινωνίας διαχωρίζεται όλο και περισσότερο ανάμεσα στους κοσμικούς φιλελεύθερους (συνήθως πιο μορφωμένους και εύπορους) και τους υπέρ-ορθόδοξους Εβραίους με επίκεντρο το Τελ Αβίβ και την Ιερουσαλήμ αντίστοιχα. Οι πρώτοι είναι ρεαλιστικοί εθνικιστές και επιζητούν ειρηνική γειτονία με ένα ανεξάρτητο παλαιστινιακό κράτος και την εκλαΐκευση του οικογενειακού δικαίου που παραμένει θρησκευτικό (π.χ. δεν υπάρχει πολιτικός γάμος, ενώ οι γυναίκες δεν δικαιούνται να ζητήσουν διαζύγιο). Οι δεύτεροι, ακολουθώντας τη Βίβλο θεωρούν ότι ο Θεός υποσχέθηκε στους Εβραίους όλη την περιοχή της Βιβλικής Γης Χαναάν και γι’ αυτό εποικίζουν διαρκώς τη Δυτική Όχθη, αλλά και απαιτούν να γίνει ο ιουδαϊκός νόμος η αποκλειστική πηγή δικαίου της χώρας. Λόγω του εκλογικού συστήματος (που είναι η απλή αναλογική) όλες οι κυβερνήσεις μέχρι σήμερα είναι πολυκομματικές και περιλαμβάνουν και τα μικρά, αλλά πολύ θρησκευτικά κόμματα. Έτσι, ενώ τα κόμματα που πλειοψηφούν είναι κοσμικά, βασίζονται στην υποστήριξη των Ορθοδόξων Εβραίων, σε αντάλλαγμα της οποίας προσφέρουν ανοχή στους εποίκους της Δυτικής Όχθης. Παραδόξως, ένας μικρός αριθμός υπέρ-ορθόδοξων Εβραίων (υπολογίζονται σε 5.000 άτομα, από τα οποία περίπου 100 δραστηριοποιούνται πολιτικά υπέρ των Αράβων) είναι αντισιωνιστές. Τα μέλη της οργάνωσής τους, που ονομάζεται Naturei Karta, αρνούνται να αναγνωρίσουν το κράτος του Ισραήλ με τον ισχυρισμό ότι μόνον ο ερχόμενος Μεσσίας δικαιούται να ανασυστήσει αυτό το αρχαίο κράτος. Μία άλλη κοινωνική διαφοροποίηση εντοπίζεται ανάμεσα στους Ασκενάζι, Σεφαρδίτες και Μιζραχί, δηλαδή Εβραίους πολίτες που ήρθαν στη χώρα αντίστοιχα από την Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη οι πρώτοι, την Ιβηρική χερσόνησο, Μαρόκο και Βαλκάνια οι δεύτεροι, και τις αραβικές χώρες, την Αιθιοπία, τον Καύκασο, το Αφγανιστάν, το Πακιστάν και την Ινδία οι τρίτοι. Η ελίτ της διανόησης, οικονομίας, διοίκησης και της πολιτικής στελεχώνεται κυρίως από Ασκενάζι.
Οι ισραηλινοί Άραβες (20% του πληθυσμού) αντιπροσωπεύονται ισότιμα στην Βουλή και τους άλλους θεσμούς πλην του στρατού (εξαιρούνται της στρατιωτικής θητείας), αλλά πολλοί ισχυρίζονται πως αντιμετωπίζουν συχνές ανεπίσημες διακρίσεις (π.χ. στις κρατικές δαπάνες, στην εργασία, στην στέγη), ενώ πολλοί Εβραίοι ακροδεξιοί τους αντιμετωπίζουν ανοικτά με καχυποψία, π.χ. το κόμμα του νυν Υπουργού Εξωτερικών Α. Λίμπερμαν ζητά να ζητηθεί από τους Άραβες πολίτες είτε να δώσουν όρκο πίστης στο κράτος του Ισραήλ ως «Δημοκρατικό κράτος με επίσημη θρησκεία τον Ιουδαϊσμό», είτε να εξαναγκαστούν σε εξορία. Οι Ισραηλινοί Δρούζοι (περίπου 120.000 άτομα) είναι καλά ενσωματωμένοι στο Ισραηλινό κράτος.
Πολλά στοιχεία συνάδουν ώστε το Ισραήλ να έχει μια συγκεκριμένη αισθητική και ατμόσφαιρα που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως «ασφαλειο-κεντρική». Όλοι οι πολίτες, πλην των Αράβων, στρατεύονται υποχρεωτικά. Η αρχική στρατιωτική θητεία διαρκεί 3 χρόνια για τους άνδρες και 2 γα τις γυναίκες. Όμως, πολλοί συνεχίζουν να καλούνται συχνά ως έφεδροι για αρκετές εβδομάδες ετησίως και επί σειρά ετών. Οι περισσότεροι πολίτες έχουν συγγενείς που έπεσαν θύματα είτε των γερμανών ναζί στο Ολοκαύτωμα είτε στους διάφορους ισραηλινο-αραβικούς πολέμους είτε σε τρομοκρατικές επιχειρήσεις Παλαιστινίων.
Μετά από δεκαετίες πολέμου στην πλειονότητά τους οι ισραηλινοί πολίτες δεν αισθάνονται ότι οι γειτονικές χώρες θα αποδεχθούν ποτέ ειλικρινά το Ισραήλ και έτσι θεωρούν ότι οι πόλεμοι θα διαιωνίζονται. Υπάρχει ακόμα μια διάχυτη συνείδηση του αληθινού ή και φανταστικού αντισημιτισμού των υπολοίπων εθνών όπως και της υποτιθέμενης αδιαφορίας των εθνών απέναντι στο ισραηλινό «πρόβλημα ασφάλειας». Εν πολλοίς το Ισραήλ αισθάνεται «έθνος ανάδελφο». Η πολύχρονη στρατιωτική θητεία και εφεδρείες ανδρών και γυναικών σημαίνει ότι πολλοί πολίτες οπλοφορούν ή φορούν στολή. Τα αντιτρομοκρατικά μέτρα είναι αυξημένα σε όλους τους δημόσιους χώρους. Ένα μεγάλο τείχος, μήκους 703 χλμ., χτίστηκε ανάμεσα στο Ισραήλ και στα εδάφη της Δυτικής Όχθης, το οποίο έχει σχεδόν εξαφανίσει τις τρομοκρατικές επιθέσεις μέσα στο Ισραήλ.

Γεωγραφία
Το Ισραήλ έχει στενόμακρο σχήμα και καταλαμβάνει έκταση 20.770 τετρ. χλμ. Το βόρειο-νότιο μήκος της χώρας φτάνει τα 424 χλμ. ενώ στο στενότερο ανατολικό-δυτικό σημείο μόλις τα 15χλμ. Ανατολικά συνορεύει με τη Δυτική Όχθη, τη Συρία και την Ιορδανία. Βόρεια έχει το Λίβανο, νότια την Αίγυπτο και την Ερυθρά Θάλασσα, ενώ δυτικά συνορεύει με την Γάζα και βρέχεται από τη Μεσόγειο Θάλασσα. Το Ισραήλ έχει προσαρτήσει στο έδαφος του και 1.150 τετρ. χλμ. συριακού εδάφους, τα λεγόμενα Υψώματα του Γκολάν. Επιπλέον το Ισραήλ έχει τον στρατιωτικό έλεγχο των περισσότερων από τα εδάφη της Δυτικής Όχθης (27.779 τετρ. χλμ.).
Το Ισραήλ είναι, γενικά, πεδινή χώρα. Έχει αρκετές εύφορες πεδιάδες, κυριότερα στο βόρειο μέρος που ονομάζεται Γαλιλαία. Η Εσδραελών, στη Σαμάρεια είναι κυριολεκτικά ο σιτοβολώνας του Ισραήλ. Τα βουνά της χώρας είναι το Μερών (1.208 μ.) στο βορρά, ο Κάρμηλος, το Θαβώρ και οι λόφοι της Ιουδαίας και της ερήμου Νεγκέβ. Στο χιονοσκέπαστο βουνό Ερμών (2.244μ.), στην περιοχή του Γκολάν, λειτουργεί και το μοναδικό χιονοδρομικό κέντρο στη διάθεση του Ισραήλ. Το νότιο Ισραήλ αποτελεί η έρημος Νεγκέβ που σε μέγεθος ξεπερνά τη μισή έκταση της χώρας. Το Ισραήλ έχει έναν μόνο αξιόλογο ποταμό, τον Ιορδάνη (320 χλμ. μήκους), που τα νερά του αρδεύουν σχεδόν όλη την Παλαιστίνη. Πηγάζει από τον Αντιλίβανο, περνάει από τις λίμνες Σαμαχωνίτιδα και Τιβεριάδα και χύνεται στη Νεκρή Θάλασσα, όνομα που πήρε λόγω της έλλειψης υδρόβιας ζωής, γεγονός που οφείλεται στην υψηλή περιεκτικότητα των νερών της σε αλάτι και πίσσα. Βρίσκεται 394 μ. χαμηλότερα από τη στάθμη της θάλασσας και το βάθος της φτάνει τα 400 μέτρα. Η Νεκρά Θάλασσα αποτελεί και το φυσικό σύνορο του Ισραήλ με την Ιορδανία. Ο μικρός ποταμός Γιαρκόν (27.5 χλμ.) διασχίζει το βόρειο Τελ Αβίβ και χύνεται στη Μεσόγειο Θάλασσα. Η μόνη αξιοσημείωτη λίμνη της χώρας με γλυκό νερό είναι αυτή της Γαλιλαίας, που οι Ισραηλινοί ονομάζουν Κινέρετ και η οποία είναι επίσης γνωστή ως Τιβεριάδα.

Κλίμα
Το κλίμα του Ισραήλ είναι μεσογειακό κοντά στη θάλασσα, με πολύ ζεστά καλοκαίρια και σύντομους, ήπιους χειμώνες. Στα υψώματα της Ιερουσαλήμ (όπως και στη Δυτική Όχθη) κάνει περισσότερο κρύο και κατά καιρούς χιονίζει. Στο νότο το κλίμα είναι πολύ πιο ξηρό και υπάρχει έρημος. Το καυτό καλοκαίρι και οι λίγες βροχές κάνουν σχεδόν αδύνατη την καλλιέργεια χωρίς άρδευση. Σήμερα υπάρχουν πηγάδια που χρησιμοποιούν τα υπόγεια νερά και έτσι ξερές εκτάσεις μεταβάλλονται σε καλλιεργήσιμες. Καλλιεργούνται πολύ τα εσπεριδοειδή, δημητριακά, μπανάνες κ.ά.

Οικονομία
To Ισραήλ είναι ανεπτυγμένη χώρα με υψηλό κατά κεφαλήν εισόδημα (λίγο πιο μεγάλο από αυτό της Ελλάδας, με βάση στοιχεία του 2010). Έχει σημαντική και ταχύτατα αναπτυσσόμενη βιομηχανία υψηλής τεχνολογίας (ιδιαίτερα πληροφορικής, όπλων και εναλλακτικής ενέργειας), καθώς και σημαντικό τομέα υπηρεσιών. Ο τουρισμός, ιδιαίτερα ο θρησκευτικός, είναι υπολογίσιμη πηγή εσόδων. Οι μεγάλες στρατιωτικές δαπάνες του επιχορηγούνται ετήσια από τις ΗΠΑ. Η χώρα διαθέτει μια έντονα ανταγωνιστική οικονομία και κατατάσσεται 3η σε επιχειρηματικότητα στο World Economic Forum’s Global Competitiveness Report. Μετά τις αμερικανικές οι ισραηλινές εταιρίες έρχονται 2ες σε εγγραφές στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης. Μονάδες παραγωγής διατηρούν μεγάλες εταιρίες τεχνολογίας όπως οι Intel, Microsoft, IBM, Cisco Systems και Motorola. Η γεωργία και η κτηνοτροφία γίνονται με σύγχρονα επιστημονικά μέσα. Ιδιαίτερη ανάπτυξη έχει η καλλιέργεια εσπεριδοειδών και λουλουδιών και η εκτροφή πουλερικών και αυγών.
Το Ισραήλ εξάγει κυρίως εσπεριδοειδή, λουλούδια, ιατροφαρμακευτικά είδη, όπλα και γενικά στρατιωτική τεχνολογία, αεροπλάνα, προϊόντα πληροφορικής και κατεργασμένα διαμάντια, ενώ κάνει εισαγωγές σε δημητριακά, ζάχαρη, καύσιμα και βιομηχανικά είδη. Ορυκτός πλούτος δεν υπάρχει αξιόλογος, εκτός από ορυχεία χαλκού. Τα Κιμπούτς αποτελούν έναν τύπο συλλογικής συνειδητής κοινότητας και έπαιξαν ένα σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη της χώρας και στην απορρόφηση μεταναστών.

Πολιτισμός
Παραδοσιακά το Ισραήλ είναι χώρας της Μέσης Ανατολής, αλλά με πολλές επιρροές ευρωπαϊκών μεταναστών. Π.χ. η Λευκή Πόλη είναι παράδειγμα της γερμανικής και διεθνούς αρχιτεκτονικής του Bauhaus. Το Μουσείο Τέχνης του Τελ Αβίβ είναι ένα από τα διεθνώς σημαντικά μουσεία σύγχρονης τέχνης. Ένας από τους πιο σημαντικούς συγγραφείς τις χώρας ήταν ο σατιρικός Εφραίμ Κισόν.

Δημογραφία
Ο πληθυσμός του Ισραήλ είναι 7.465.000 κάτοικοι (εκτίμηση 2009). Το Ισραήλ έχει δύο επίσημες γλώσσες, την εβραϊκή και την αραβική, που είναι συγγενικές σημιτικές γλώσσες. Εβραϊκά μιλάει η εβραϊκή πλειονότητα (περίπου 80%) και αραβικά οι Άραβες Ισραηλινοί και Εβραίοι που μετανάστευσαν από αραβικές χώρες. Οι Άραβες Ισραηλινοί ανέρχονται στο 20%. Από αυτούς η συντριπτική πλειονότητα είναι μουσουλμάνοι και το 9% χριστιανοί. Το 22% του συνολικού πληθυσμού είναι Εβραίοι μετανάστες πρώτης γενιάς, κυρίως από την πρώην Σοβιετική Ένωση και άλλες πρώην κομουνιστικές χώρες και, σε πολύ μικρότερο βαθμό, την Αιθιοπία. Γι’ αυτό μιλιούνται επίσης Ρωσικά (έως και 20% του πληθυσμού), Ρουμανικά (έως και 500,000), Αμχαρικά (130,000) κ.ά. Στο Ισραήλ ζουν επίσης τουλάχιστον 200.000 οικονομικοί μετανάστες από χώρες της Αφρικής, Αν. Ευρώπης, Σρι Λάνκα, Φιλιππίνες κ.α. Ο πληθυσμός είναι γενικά εξαιρετικά πολύγλωσσος.
Το Ισραήλ ιδρύθηκε με στόχο να αποτελέσει την εθνική εστία των απανταχού Εβραίων του κόσμου και σύμφωνα με τη διακήρυξη της ανεξαρτησίας του αποτελεί «δημοκρατικό και Εβραϊκό κράτος». Γι’ αυτό οι δημογραφικές τάσεις ανάμεσα στους Εβραίους και Άραβες αποκτούν μείζονα πολιτική σημασία. Από το 1950 νόμος προβλέπει το δικαίωμα οποιουδήποτε Εβραίου ή απογόνου Εβραίου, και του/της συζύγου αυτού/ής, να πολιτογραφηθεί Ισραηλινός πολίτης και να εγκατασταθεί στη χώρα με κρατική βοήθεια. Μόνο μεταξύ 1990-1994 ο εβραϊκός πληθυσμός της χώρας αυξήθηκε 12% λόγω της μαζικής εισροής Εβραίων μεταναστών από την πρώην Σοβιετική Ένωση. Προβλήματα προκαλεί η διαφορετική αντίληψη του κράτους και των ορθοδόξων ραβίνων περί «εβραϊκότητας» όσων μεταναστών είχαν μη-Εβραία μητέρα (ο εβραϊκός θρησκευτικός νόμος αναγνωρίζει ως Εβραίους μόνον όσους είχαν μάνα και γιαγιά Εβραία και όσους έγιναν Εβραίοι, μια διαδικασία που διαρκεί έως και ένα έτος θρησκευτικών σπουδών). Έτσι περίπου 300.000 από το 1.000.000 των ρωσόφωνων πολιτών δεν αναγνωρίζονται ως «γνήσιοι Εβραίοι» και δεν μπορούν να παντρευτούν, να υιοθετήσουν κ.ά., σύμφωνα με το οικογενειακό δίκαιο της χώρας που παραμένει θρησκευτικό.
Επίσημη πρωτεύουσα του Ισραήλ και έδρα των κρατικών θεσμών είναι η Ιερουσαλήμ (773.800 κάτοικοι), στο εσωτερικό της χώρας, αλλά οι περισσότερες χώρες, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ και της Ελλάδας, διατηρούν τις πρεσβείες τους στο παραθαλάσσιο Τελ Αβίβ (400.000 κάτοικοι) έως ότου ξεκαθαριστεί το καθεστώς της Ιερουσαλήμ.[1] Η Γιάφα-Τελ Αβίβ είναι διπλή πόλη: Η παλιά πόλη Ιόππη (Γιάφα) έχει ενωθεί με τη σύγχρονη πόλη, το Τελ Αβίβ, μια καθαρά φιλελεύθερη και εβραϊκή πόλη με μεγάλη παραλία, σημαντικά πολιτιστικά δρώμενα, πολλά μεσοπολεμικά σπίτια τύπου Μπάουχαους, που στο σύνολό τους αναγνωρίζονται από την ΟΥΝΕΣΚΟ ως Παγκόσμια Πολιτιστική Κληρονομιά, αλλά και μαζικά κατασκευασμένες μικρές πολυκατοικίες κτισμένες 1950-1970, και υπερσύχρονους ουρανοξύστες. Το μητροπολιτικό συγκρότημα Τελ Αβίβ ( 3.206.400 κάτοικοι) περιλαμβάνει τη Γιάφα-Τελ Αβίβ, καθώς και προάστια και ορισμένες πολύ κοντινές πόλεις, όπως η Χερτσλία, Ραμάτ Χα-Σαρόν, Πέταχ Τίκβα και Χολόν. Στην περιοχή αυτή βρίσκεται και το οικονομικό κέντρο της χώρας.
Στο βορρά, η Χάιφα, είναι η 3η μεγαλύτερη πόλη, σημαντικό λιμάνι, βιομηχανικό και ενεργειακό κέντρο και έδρα σημαντικών πανεπιστημίων. Επίσης μεγάλες πόλεις είναι η Ρισόν Λε Ζιόν (217.500 κάτοικοι), Ασντόντ (200.800 κάτοικοι) και η Μπερ Σέβα (184.800 κάτοικοι). Στο νότο, το Εϊλάτ είναι λιμάνι και παραθεριστικό κέντρο στην Ερυθρά Θάλασσα.
Επίσης στο Ισραήλ υπάρχουν και πολλές άλλες μικρότερες πόλεις, που είναι όμως γνωστές, γιατί αναφέρονται στη Βίβλο. Τέτοιες είναι η Ναζαρέτ, η γενέτειρα του Ιησού, η Κανά, η Βηρ-Σαβεέ κ.ά. Επίσης βιβλικές πόλεις βρίσκονται στη Δυτική Όχθη, όπως η Ιεριχώ, η Βηθλεέμ, η Χεβρώνα κ.ά. Στις πόλεις αυτές και στην Ιερουσαλήμ υπάρχουν σημαντικότατα ιερά μνημεία και των τριών μονοθεϊστικών θρησκειών, και οι πολυάριθμοι λειτουργοί και πιστοί κυριαρχούν με την παρουσία τους. Σε αντίθεση, οι σύγχρονες ισραηλινές πόλεις είναι «δυτικού» χαρακτήρα, ηθών και εμφάνισης.
Περίπου 304.569 Ισραηλινοί (Ιούλιος 2009) ζουν σε οικισμούς στη Δυτική Όχθη, 192.000 στην Ανατολική Ιερουσαλήμ, και πάνω από 20.000 στο Γκολάν. Οι οικισμοί διαφέρουν σε μέγεθος και χαρακτήρα από μικρές αγροτικές κοινότητες σε πόλεις με πάνω από 30.000 κάτοικους. Το ισραηλινό κράτος παρέχει πλήρως δημόσιες υπηρεσίες και ασφάλεια στους οικισμούς αυτούς. Στο παρελθόν τέτοιοι οικισμοί υπήρξαν και στη χερσόνησο Σινά και στη Γάζα, αλλά εκκενώθηκαν όταν το Ισραήλ αποσύρθηκε από αυτές τις περιοχές.
Στο δείκτη της ανθρώπινης ανάπτυξης του 2007 το Ισραήλ κατατάχθηκε στην 23η θέση, ακριβώς μία θέση πάνω από την Ελλάδα. Σε ευρωπαϊκά επίπεδα βρίσκονται η γενικότερη υποδομή του κράτους, η δημόσια περίθαλψη, η εκπαίδευση, και η συγκοινωνία. Το προσδόκιμο ζωής στο σύνολο του πληθυσμού ήταν σύμφωνα με εκτιμήσεις του 2009 τα 80,73 χρόνια (78,62 χρόνια οι άνδρες και 82,95 οι γυναίκες).
Τα 8 κρατικά πανεπιστήμια της χώρας έχουν σημαντική ερευνητική παραγωγή. Τα σημαντικότερα είναι το Εβραϊκό Πανεπιστήμιο στην Ιερουσαλήμ, τα πανεπιστήμια του Τελ Αβίβ και της Χάιφα, καθώς και τα Ινστιτούτα Technion και το Weizmann Institute of Science. Το Πανεπιστημιακό νοσοκομείο Χαντάσα στην Ιερουσαλήμ είναι διεθνούς φήμης σε πολλές ειδικότητες (συνεργάζεται δε με το νοσοκομείο Μεμόριαλ της Νέας Υόρκης). Έξι, από τους συνολικά 10 Ισραηλινούς νομπελίστες ήταν επιστήμονες (χημικοί και οικονομολόγοι).

Μεταφορές
Υπάρχουν 17.870 χλμ. ασφαλτοστρωμένων δρόμων, από τους οποίους 230 χλμ. αυτοκινητόδρομοι. Η οδήγηση γίνεται στα δεξιά.
Το σιδηροδρομικό δίκτυο μέχρι την δεκαετία του 1990 βρισκόταν σε πτώση. Μετά ξεκίνησε ένα πρόγραμμα ανανέωσης. Οι κρατικοί σιδηρόδρομοι Israel Railways διαθέτουν σήμερα σύγχρονο τροχαίο υλικό. Επίσης υπάρχει το δίκτυο λεωφορείων της Egged, που λειτουργεί παρόμοια με τα ΚΤΕΛ.
Το μεγαλύτερο αεροδρόμιο της χώρας είναι το Διεθνές Αεροδρόμιο Μπεν Γκουριόν. Βρίσκεται στην πόλη Lod στη μητροπολιτική περιοχή του Τελ Αβίβ και είναι έδρα των αεροπορικών εταιριών El Al, Sun D’ Or, Israir, CAL και Arkia. θεωρείται από τα ασφαλέστερα αεροδρόμια παγκοσμίως λόγω των εκτεταμένων ελέγχων. Εσωτερικές πτήσεις πραγματοποιούνται μεταξύ Εϊλάτ-Τελ Αβίβ και Εϊλάτ-Χάιφα.
Κυριότερα λιμάνια του Ισραήλ είναι: η Χάιφα, το Τελ Αβίβ, η Αστόντ, και η Ασκελών στη Μεσόγειο και το Εϊλάτ στην Ερυθρά Θάλασσα.

Διακυβέρνηση
Το Ισραήλ είναι δημοκρατία. Αρχηγός Κράτους είναι ο Πρόεδρος, που εκλέγεται από το Κοινοβούλιο (Κνέσετ), αλλά η πραγματική εξουσία είναι στα χέρια του Πρωθυπουργού. Η χώρα δεν έχει επίσημο Σύνταγμα. Όμως, μεταξύ 1958-1998 η Κνέσετ νομοθέτησε εννέα «Βασικούς Νόμους» (εβραϊκά ḥŭḳḳēi ha-yyǝsōd חוקי היסוד‎) αναφορικά με τη δομή και τους θεσμούς του κράτους. Το 1992 ψηφίστηκαν ακόμα δύο νέοι Βασικοί Νόμοι αναφορικά με τα θεμελιώδη δικαιώματα των πολιτών, οι οποίοι υπήρξαν η βάση για τη μετέπειτα απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου της χώρας με την οποία διακήρυξε την αρμοδιότητά του να εξασκεί έλεγχο συνταγματικότητας των νόμων. Το 1998 ο Πρόεδρος του Ανώτατου Δικαστηρίου, σε μια ακόμα «συνταγματική επανάσταση», ανακήρυξε ότι αυτοί οι Βασικοί Νόμοι είναι συνταγματικά κατοχυρωμένοι.
Από τον πόλεμο του 1967 το Ισραήλ ελέγχει στρατιωτικά την Δυτική Όχθη. Από τη συμφωνία του Όσλο και μετά ορισμένες περιοχές είναι αυτοδιοικούμενες ως Παλαιστινιακή Αρχή, ενώ άλλες παραμένουν υπό Ισραηλινή στρατιωτική διοίκηση.

Εκλογές
Δικαίωμα ψήφου στις εκλογές έχουν όσες και όσοι είναι ηλικίας 18 ετών και άνω. Η Βουλή, που ονομάζεται «Κνέσετ», έχει 120 μέλη, εκλέγεται με το σύστημα της απλής αναλογικής. Η κυβέρνηση εκλέγεται από την βουλή, όπως και ο Πρόεδρος της χώρας. Η πραγματική πολιτική εξουσία ασκείται από τον Πρωθυπουργό και τους υπουργούς, ενώ ο Πρόεδρος έχει μόνο συμβολικά την ανώτατη πολιτειακή θέση.

Σχέσεις Ελλάδας - Ισραήλ
Σημαντικό ρόλο στις σχέσεις των δύο σύγχρονων κρατών παίζουν οι εξής παράγοντες: H ιστορία των Εβραίων στην Ελλάδα, που ξεκινάει ήδη στην αρχαία Ελλάδα με σημαντικές κοινότητες π.χ. στην Κόρινθο και Αθήνα, και η Μέση Ανατολή ως μέρος του ιστορικού ελληνιστικού χώρου, αλλά και σύγχρονοι παράγοντες, όπως η θέση των δυο χωρών στην ανατολική Μεσόγειο.
Η Ελλάδα αναγνώρισε την ανεξαρτησία του Ισραήλ από ανακηρύξεως της αλλά, σε αντίθεση με την Τουρκία, διατήρησε τις σχέσεις της μαζί του σε χαμηλό διπλωματικό επίπεδο έως το 1990, όταν οι σχέσεις αναβαθμίστηκαν σε επίπεδο πρεσβειών. Από δεκαετίες το Ισραήλ, για λόγους στρατηγικής, καλλιεργεί προσεκτικά τις σχέσεις του με την Τουρκία (την οποία ανεπίσημα υποστήριξε στο Κυπριακό πρόβλημα), πράγμα που ενοχλεί την Ελλάδα. Αντίστροφα, η φιλοαραβική ελληνική εξωτερική πολιτική (την οποία η Ελλάδα χρειαζόταν για να έχει την υποστήριξη πολλών αραβικών κρατών στον ΟΗΕ) ενοχλεί το Ισραήλ.
Πρόσφατα η Ελληνική και Ισραηλινή αεροπορία πραγματοποίησαν κοινές ασκήσεις στον ελληνικό εναέριο χώρο, οι οποίες είναι πολυτιμότατες στο Ισραήλ, αφότου η Τουρκία έπαψε να επιτρέπει στους Ισραηλινούς πιλότους να εξασκούνται εκεί. Επίσης στην άσκηση κοντά στην Κρήτη οι Ισραηλινοί είχαν την ευκαιρία να εξασκηθούν σε περιβάλλον όπου λειτουργούν οι ελληνο-κυπριακής ιδιοκτησίας, ρωσικής προελεύσεως πύραυλοι S300, δηλαδή ο ίδιος τύπος πυραύλου που το Ιράν, εχθρός του Ισραήλ, πρόσφατα αγόρασε.
Την Ελλάδα επισκέπτονται στις διακοπές τους περίπου 170.000 με 200.000 Ισραηλινοί κάθε χρόνο. Το Ισραήλ αποτελεί την κυριότερη αγορά ελληνικών προϊόντων στη Μέση Ανατολή, αλλά το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών μεταξύ των δύο χωρών είναι ελλειμματικό σε βάρος της Ελλάδας. Στο Πανεπιστήμιο της Χάιφα λειτουργεί έδρα νεοελληνικών σπουδών που χρηματοδοτείται κατά κύριο λόγο από το ίδρυμα Ωνάση.

Υποσημείωση:
[1] Με βάση το Νόμο της Ιερουσαλήμ η πόλη, ολόκληρη και ενωμένη είναι πρωτεύουσα του Ισραήλ και αποτελεί έδρα της κυβέρνησης, της οικίας του Προέδρου, του Ανωτάτου Δικαστηρίου και του Κοινοβουλίου (Κνεσέτ), όπως επίσης και των κυβερνητικών γραφείων. Τα Ηνωμένα Έθνη και οι περισσότερες χώρες δε δέχονται το νόμο αυτό (δες Kellerman, 1993, σελ. 140) και διατηρούν πρεσβείες σε άλλες πόλεις, όπως το Τελ Αβίβ, η Ραμάτ Γκαν και η Χερτζλίγια. Η Παλαιστινιακή Αρχή θεωρεί την ανατολική Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα ενός μελλοντικού παλαιστινιακού κράτους και το τελικό καθεστώς της πόλης αναμένεται εν μέσω συνομιλιών μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων.

Βιβλιογραφία
1) Abadi, Jacob (2004), Israel’s Quest for Recognition and Acceptance in Asia: Garrison State Diplomacy, Routledge.
2) Ausubel, Natan (1964), The Book of Jewish Knowledge, New York, New York: Crown Publishers.
3) Barton, John; Bowden, Julie (2004), The Original Story: God, Israel and the World, Wm. B. Eerdmans Publishing Company.
4) Barzilai, Gad (1996), Wars, Internal Conflicts, and Political Order: A Jewish Democracy in the Middle East, State University of New York Press.
5) Best, Anthony (2003), International History of the Twentieth Century, Routledge.
6) Bregman, Ahron (2002), A History of Israel, Palgrave Macmillan.
7) Broughton, Simon; Ellingham, Mark; Trillo, Richard (1999), World Music: The Rough Guide, Rough Guides.
8) Cole, Tim (2003), Holocaust City: The Making of a Jewish Ghetto, Routledge.
9) Crowdy, Terry (2006), The Enemy Within: A History of Espionage, Osprey Publishing.
10) Dekmejian, R. Hrair (1975), Patterns of Political Leadership: Egypt, Israel, Lebanon, State University of New York Press.
11) Friedland, Roger; Hecht, Richard (2000), To Rule Jerusalem, University of California Press.
12) Gelvin, James L. (2005), The Israel-Palestine Conflict: One Hundred Years of War, Cambridge University Press.
13) Gilbert, Martin (2005), The Routledge Atlas Of The Arab-Israeli Conflict (8th έκδοση), Routledge.
14) Goldreich, Yair (2003), The Climate of Israel: Observation, Research and Application, Springer.
15) Hamilton, Victor P. (1995), The Book of Genesis (2nd revised έκδοση), Wm. B. Eerdmans Publishing Company.
16) Harkavy, Robert E.; Neuman, Stephanie G. (2001), Warfare and the Third World, Palgrave Macmillan.
17) Henderson, Robert D.A. (2003), Brassey’s International Intelligence Yearbook (2003 έκδοση), Brassey’s Inc.
18) Herzl, Theodor (1946), The Jewish State, American Zionist Emergency Council.
19) Jacobs, Daniel (1988), Israel and the Palestinian Territories: The Rough Guide (2nd revised έκδοση), Rough Guides.
20) Kellerman, Aharon (1993), Society and Settlement: Jewish Land of Israel in the Twentieth Century, State University of New York Press.
21) Kornberg, Jacques (1993), Theodor Herzl: From Assimilation to Zionism, Indiana University Press.
22) Liebreich, Fritz (2005), Britain’s Naval and Political Reaction to the Illegal Immigration of Jews to Palestine, 1945–1948, Routledge.
23) Lustick, Ian (1988), For the Land and the Lord: Jewish Fundamentalism in Israel, Council on Foreign Relations Press.
24) Mazie, Steven (2006), Israel's Higher Law: Religion and Liberal Democracy in the Jewish State, Lexington Books.
25) Morçöl, Göktuğ (2006), Handbook of Decision Making, CRC Press.
26) Mowlana, Hamid; Gerbner, George; Schiller, Herbert I. (1992), Triumph of the Image: The Media’s War in the Persian Gulf — A Global Perspective, Westview Press.
27) Romano, Amy (2003), A Historical Atlas of Israel, The Rosen Publishing Group.
28) Reveron, Derek S.; Murer, Jeffrey Stevenson (2006), Flashpoints in the War on Terrorism, Routledge.
29) Rosenzweig, Rafael (1997), The Economic Consequences of Zionism, T Brill Academic Publishers.
30) Rummel, Rudolph J. (1997), Power Kills: Democracy As a Method of Nonviolence, Transaction Publishers.
31) Scharfstein, Sol (1996), Understanding Jewish History, KTAV Publishing House.
32) Shindler, Colin (2002), The Land Beyond Promise: Israel, Likud and the Zionist Dream, I.B.Tauris Publishers.
33) Skolnik, Fred (2007), Encyclopedia Judaica, (2nd έκδοση), Macmillian.
34) Smith, Derek (2006), Deterring America: Rogue States and the Proliferation of Weapons of Mass Destruction, Cambridge University Press.
35) Stein, Leslie (2003), The Hope Fulfilled: The Rise of Modern Israel, Greenwood Press.
36) Stendel, Ori (1997), The Arabs in Israel, Sussex Academic Press.
37) Stone, Russell A.; Zenner, Walter P. (1994), Critical Essays on Israeli Social Issues and Scholarship, SUNY Press.
38) Torstrick, Rebecca L. (2004), Culture and Customs of Israel, Greenwood Press.
39) Wenham, Gordon J. (1994), Word Biblical Commentary, Dallas, Texas: Word Books.

Δεν υπάρχουν σχόλια: